H Άμφισσα είναι η πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Φωκίδας και της τέως επαρχίας Παρνασσίδας, με πληθυσμό 6.919 κατοίκους (Απογραφή 2011). Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του Ελαιώνα της Άμφισσας, δηλαδή του αρχαίου Κρισαίου Πεδίου, στους πρόποδες του βουνού Έλατος της Γκιώνας, ενώ ανατολικά της βρίσκεται ο Παρνασσός. Η Άμφισσα είναι τοποθετημένη νότια της Λαμίας, βορειοδυτικά της Λιβαδειάς και των Δελφών, βορειοανατολικά της Ναυπάκτου και ανατολικά του Λιδωρικίου. Το επίνειό της είναι η Ιτέα, η οποία απέχει 13 χιλιόμετρα και με την οποία η Άμφισσα συνδέεται οδικά.
Διοικητικά η Άμφισσα είναι η έδρα του Δήμου Δελφών και της Περιφερειακής Ενότητας Φωκίδας. Η Δημοτική Ενότητα Άμφισσας έχει συνολικό πληθυσμό 8.370 κατοίκους και περιλαμβάνει τα χωριά Αγία Ευθυμία, Άγιος Γεώργιος, Άγιος Κωνσταντίνος, Δροσοχώρι, Ελαιώνας, Βίνιανη, Μοναστήρι, Προσήλιο και Σερνικάκι.
Παλιότερα, οι κάτοικοι ασχολούνταν με επαγγέλματα όπως η βυρσοδεψεία[2], η κωδωνοποιία και η σχοινοποιία, για τα οποία η Άμφισσα ήταν γνωστή, ενώ σήμερα υπάρχουν ελάχιστοι που ασχολούνται με αυτά. Το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων της ασχολείται με την καλλιέργεια της ελιάς, αφού υπάρχει στην περιοχή τεράστια συνεχόμενη έκταση με ελιές, η οποία ονομάζεται "Ελαιώνας της Άμφισσας", όπου παράγονται οι "ελιές Αμφίσσης", και η οποία προστατεύεται ως μέρος του Δελφικού Τοπίου.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο οποίος αναφέρει πως "Άμφισσα ονομάσθη δια το όρεσιν περιέχεσθαι", η ονομασία της Άμφισσας προέρχεται από το ρήμα αμφιέννυμι, που σημαίνει 'περιβάλλω', επειδή η πόλη περιβάλλεται από βουνά (Γκιώνα και Παρνασσός). Κατά τη μυθολογία, η πόλη οφείλει το όνομά της στην Άμφισσα, κόρη του Μάκαρος και ερωμένη του θεού Απόλλωνα.
Στις αρχές του 13ου αιώνα και με την έναρξη της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα, η Άμφισσα μετονομάστηκε από τους Φράγκους κατακτητές σε La Sole και στα ελληνικά (τα) Σάλωνα. Για την προέλευση της ονομασίας Σάλωνα, η οποία διατηρήθηκε μέχρι και το τέλος της Τουρκοκρατίας, υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές. Μία από αυτές υποστηρίζει πως το όνομα αποτελεί παραφθορά της λέξης Σαλονίκη και δόθηκε στην Άμφισσα από τον Βασιλιά της Θεσσαλονίκης, Βονιφάτιο Μομφερρατικό, ο οποίος κατέλαβε την Άμφισσα και την υπόλοιπη νότια Ελλάδα. Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, η ονομασία προέρχεται από τη συνεκφορά έσω αλώνια, με την οποία αναφέρονταν οι κάτοικοι σε περιοχή της Άμφισσας, η οποία παρεφθάρει σε εσάλωνα και σάλωνα, κατά το Σεπόλια (έσω πόλις). Τέλος, υπάρχει η άποψη πως η νέα ονομασία της πόλης προέρχεται από τη λέξη σάλος που σημαίνει 'τράνταγμα' (τα σάλωνα, δηλαδή 'που τραντάζονται, σαλεύουν'), εξαιτίας των πολλών σεισμών που συνέβαιναν στην περιοχή.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας, η πόλη ξαναπήρε επίσημα το αρχαίο όνομα Άμφισσα το 1833.
Η ιστορία της Άμφισσας ξεκινάει από την αρχαιότητα, αφού κατοικείτο από τους πανάρχαιους χρόνους όπως μαρτυρούν τα "Κυκλώπεια Τείχη" της Ακρόπολής της αλλά και η αναφορά του Παυσανία σε δύο αξιομνημόνευτους τάφους που υπήρχαν στην πόλη, της Άμφισσας και του Ανδραίμονος, που ήταν πατέρας του βασιλέα των Αιτωλών και ήρωα του Τρωικού πολέμου, Θόαντος. Η Άμφισσα αποτελούσε μεγάλη πόλη-κράτος και πρωτεύουσα των Εσπερίων ή Οζολών Λοκρών. Ο Ηρόδοτος την αναφέρει ως "ύπερθεν του Κρισαίου πεδίου".
Από τον 8ο αιώνα π.Χ., διατηρούσε εμπορικές σχέσεις με την Κόρινθο και με πόλεις της βορειοδυτικής Πελοποννήσου. Τον 7ο αιώνα π.Χ. η Άμφισσα οργανώθηκε ως πόλη-κράτος με τις τέχνες και το εμπόριο να γνωρίζουν άνθηση που διήρκεσε για τρεις αιώνες. Το 653 π.Χ. κάτοικοι της πόλης και της ευρύτερης περιοχής μετανάστευσαν στην Κάτω Ιταλία όπου ίδρυσαν την αποικία των Επιζεφύριων Λοκρών, μια πόλη που υπάρχει μέχρι σήμερα με το όνομα Locri. Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431 π.Χ. - 404 π.Χ.), οι Αμφισσείς τάχθηκαν με το μέρος των Σπαρτιατών εναντίον των Αθηναίων. Το 338 π.Χ. η Άμφισσα καταστράφηκε από τον Φίλιππο Β' της Μακεδονίας, ο οποίος έχοντας κληθεί από τους Αμφικτύονες και ως προϊστάμενος του Αμφικτυονικού Συνεδρίου των Δελφών, κατά τον Δ΄ Ιερό Πόλεμο την κατέσκαψε εκ θεμελίων και γκρέμισε την ακρόπολή της, ως τιμωρία επειδή οι Αμφισσείς είχαν καταδικαστεί για ασέβεια και αρνούνταν να πληρώσουν πρόστιμο, εξαιτίας του ότι είχαν καλλιεργήσει παράνομα κτήματα του Κρισαίου Πεδίου που ανήκαν στους Δελφούς.
Η πόλη ανοικοδομήθηκε και αποτέλεσε μέρος της πανίσχυρης Αιτωλικής Συμπολιτείας, από τον 3ο αιώνα π.Χ., και μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της, με την οποία πήρε μέρος, το 278 π.Χ., στη νικηφόρα μάχη κατά των Γαλατών, που εδραίωσε την κυριαρχία της Συμπολιτείας στον Ελληνικό χώρο. Κατά το 2ο αιώνα π.Χ. η Άμφισσα γνώρισε την μεγαλύτερη ακμή της, κόβοντας δικά της νομίσματα, ενώ διέθετε Βουλή και Εκκλησία του Δήμου, όταν, σύμφωνα με το δόγμα της Ρωμαϊκής Συγκλήτου που κήρυξε στη Κόρινθο, κατά τη διάρκεια των Ισθμίων, ο Ρωμαίος ύπατος Τίτος Κόιντος Φλαμινίνος, αποτέλεσε ανεξάρτητη πόλη και πρωτεύουσα της Οζολίας Λοκρίδας. Το 190 π.Χ.[3] ο Ρωμαίος ύπατος Μάνιος Ακίλιος Γλαβρίωνας απέτυχε να εκπορθήσει την πόλη, ενώ αργότερα, η πόλη θα συνάψει ειρήνη με τη Ρώμη και θα παραμείνει ως ανεξάρτητη πολιτείd χωρίς να πληρώνει φόρους στη Ρώμη. Την περίοδο 174 π.Χ. - 160 π.Χ. γνώρισε μεγάλες καταστροφές από τον πόλεμο μεταξύ των φιλορωμαίων Αιτωλών και των αυτονομιστών, και πολλά κτήριά της πυρπολήθηκαν. Το 27 π.Χ. ο Οκταβιανός Αύγουστος, σε ανάμνηση της νίκης του στο Άκτιο, ίδρυσε τη Νικόπολη, αλλά πολλοί Αιτωλοί δεν υπάκουσαν στη διαταγή του να εποικίσουν τη νέα πόλη και προτίμησαν να μετοικήσουν στην Άμφισσα, όπως τους υπαγόρευαν αρχαιότατοι συγγενικοί δεσμοί. Τότε η Άμφισσα απέκτησε τεράστιο πληθυσμό και έγινε μία από τις πλέον ακμάζουσες πόλεις της Ελλάδας των αυτοκρατορικών ρωμαϊκών χρόνων, ακμή που κράτησε για τουλάχιστον δύο αιώνες.
Στη Βυζαντινή περίοδο οι πληροφορίες για την Άμφισσα προέρχονται κυρίως από το "Χρονικό του Γαλαξειδίου"[4], το οποίο γράφτηκε από τον Ιερομόναχο Ευθύμιο και βρέθηκε από τον Κωνσταντίνο Σάθα ο οποίος το επεξεργάστηκε και το δημοσίευσε. Η Άμφισσα δέχθηκε επίθεση από τις ορδές των Βούλγαρων του Σαμουήλ στα τέλη του 10ου αιώνα, οι οποίοι την κατέλαβαν και σκότωσαν πολλούς από τους κατοίκους της μετά την ήττα τους στο Γαλαξείδι. Το 1054 η πόλη υπέφερε από πανούκλα.
Στις αρχές του 13ου αιώνα ξεκινά η περίοδος της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα και η πόλη κυριεύθηκε από τον Βασιλιά της Θεσσαλονίκης, Βονιφάτιο Μομφερρατικό. Οι Φράγκοι μετονόμασαν την Άμφισσα σε La Sole και στα ελληνικά Σάλωνα, ιδρύοντας την Αυθεντία των Σαλώνων. Πρώτος κόμης των Σαλώνων ορίστηκε ο Θωμάς Α΄ ντ'Ωτρεμενκούρ (1204 - 1210), ο οποίος έχτισε το πανίσχυρο Κάστρο των Σαλώνων πάνω στα θεμέλια της αρχαίας ακρόπολης της Άμφισσας, ενώ το 1210 η πόλη και ολόκληρη η περιοχή περιήλθε προσωρινά στον Δεσπότη της Ηπείρου, Μιχαήλ Α' Κομνηνού Δούκα, μέχρι το 1212, όταν η περιοχή ανακαταλήφθηκε από τους Φράγκους. Η Αυθεντία των Σαλώνων τέθηκε αρχικά υπό την επικυριαρχία του Πριγκηπάτου της Αχαΐας και από το 1278 εμφανίζεται ως υποτελής στο Δουκάτο των Αθηνών.
Το 1311, η Αυθεντία των Σαλώνων καταλήφθηκε από τους Καταλανούς, περνώντας το 1318 στα χέρια της οικογένειας Φαντρίκ, οπότε και προήχθη σε Κομητεία. Το Μάιο του 1380, καταλήφθηκε από την Εταιρεία των Ναβαρραίων[5]για μικρό διάστημα, ενώ μετά τον θάνατο του Λουδοβίκου Φαντρίκ το 1382 και μέχρι το 1394 την εξουσία άσκησε η συζυγός του και βυζαντινή κόμισσα Ελένη Καντακουζηνή. Το 1397 η κομητεία πέρασε στα χέρια του Τούρκουσουλτάνου Βαγιαζήτ Α΄, μετά από πρόσκληση του δεσπότη Σεραφείμ προς τους Τούρκους να έρθουν να καταλάβουν τα Σάλωνα και να γλιτώσουν τους κατοίκους από τον Φράγκο δυνάστη, Κόντο. Το 1402 περίπου περιήλθε στον Δεσπότη του Μυστρά, Θεόδωρο Α' Παλαιολόγο, ο οποίος δεν είχε τη δύναμη να την κρατήσει και έτσι την πούλησε στους Ιωαννίτες Ιππότες.[6] Κατά την περίοδο της Καταλανοκρατίας, η κομητεία διοικείτο με βάση την καταλανική νομοθεσία, είχε κατά πάσα πιθανότητα επιβληθεί στα Σάλωνα η καταλανική ως επίσημη γλώσσα, ενώ πριν το 1327 στην κομητεία των Σαλώνων είχε προσαρτηθεί το Λιδωρίκι και η Βιτρινίτσα, η οποία μάλλον λειτουργούσε ως αυτόνομο φέουδο. Το 1410 περιήλθε οριστικά στους Οθωμανούς Τούρκους. Το 1580 έγινε στην περιοχή φοβερός σεισμός που κατέστρεψε πολλά σπίτια στα Σάλωνα και τα γύρω χωριά. Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, θα γίνουν διάφορες εξεγέρσεις στην περιοχή της Παρνασσίδας, με κυριότερη αυτή του 1687, όταν ο επίσκοπος Σαλώνων Φιλόθεος και ο αρματωλός Κούρμας θα ελευθερώσουν την περιοχή από τους Τούρκους, μέχρι το 1698 και την Συνθήκη του Κάρλοβιτς.
"Η κατάληψη του κάστρου των Σαλώνων 1821"
Louis Dupré (1825)
Η περιοχή των Σαλώνων είχε τη μέγιστη συνεισφορά στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 με την ανάδειξη αγωνιστών όπως ο Σαλώνων Ησαΐας, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Πανουργιάς, ο Γιάννης Γκούρας, ο Γιάννης Μακρυγιάννης, ο Δυοβουνιώτης, ο Τράκας, ο Μητρόπουλος και άλλοι ενώ ήταν η πρώτη πόλη της Ρούμελης που επαναστάτησε και καταλήφθηκε από τον Πανουργιά στις 27 Μαρτίου 1821. Ανήμερα το Πάσχα, στις 10 Απριλίου 1821, το Κάστρο των Σαλώνων αλώθηκε από τους Έλληνες και έγινε το πρώτο κάστρο το οποίο επανήλθε σε ελληνικά χέρια, εξοντώνοντας τους 600 έγκλειστους Τούρκους και παίρνοντας ταυτόχρονα τα όπλα τους. Μετά την απελευθέρωση, τα Σάλωνα έγιναν η πρωτεύουσα της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδας με την ίδρυση του Αρείου Πάγου των Σαλώνων όπου ψηφίστηκε το Σύνταγμα της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδας. Το 1825 οι Τούρκοι καταλαμβάνουν ξανά τα Σάλωνα, για μερικούς μήνες, ενώ το ίδιο συμβαίνει και το 1826, από τον Κιουταχή. Τη δεύτερη φορά, οι Τούρκοι θα κρατήσουν την πόλη μέχρι το 1829, όταν και θα την παραδώσουν στον Δημήτριο Υψηλάντη. Έχοντας επίσημα ξαναπάρει το όνομα Άμφισσα, η πόλη προοδεύει και τα οθωμανικά κτίρια, μεταξύ των οποίων και έξι τζαμιά, κατεδαφίζονται, όμως ο σεισμός του 1870 γκρεμίζει πολλά παλιά κτίρια στην πόλη.
Τον Απρίλιο του 1941, ύστερα από βομβαρδισμό (στις 25 Απριλίου, που όμως δεν είχε θύματα ή ζημιές), οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την πόλη και την παραδίδουν στους Ιταλούς, μέχρι τον Ιούλιο του 1943 που η πόλη περνά υπό Γερμανική κατοχή. Στα χρόνια της κατοχής από τους Ιταλούς και Γερμανούς κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η πόλη και η γύρω περιοχή δοκιμάστηκε άσχημα και υπήρξαν καταστροφές (κάψιμο χωριών, εκτελέσεις) σε γειτονικά χωριά (Αγία Ευθυμία, Βουνιχώρα, Σεγδίτσα κλπ.). Από την άλλη, στα γύρω βουνά (Γκιώνα και Παρνασσό) έδρασε οργανωμένο αντάρτικο, το οποίο είχε και νικηφόρες μάχες εναντίον των κατακτητών (Ρεκά, Καρούτες). Τον Οκτώβριο του 1943, οι Γερμανοί αναγκάζονται να αποχωρήσουν από την πόλη και στην συνέχεια και τη γενικότερη περιοχή, που θα παραμείνει ελεύθερη μέχρι τον Φεβρουάριο του 1944, όταν και οι Γερμανοί επανέρχονται. Η οριστική αποχώρηση των Γερμανών από την πόλη, θα γίνει στις 15 Οκτωβρίου του 1944. Η πόλη, επίσης, δοκιμάστηκε και στον Εμφύλιο πόλεμο με πολλές απώλειες για τους κατοίκους της.
Χρονιά |
Πληθυσμός |
Μεταβολή |
Πληθυσμός του δήμου |
Μεταβολή |
1981 |
7.156 |
- |
- |
- |
1991 |
7.189 |
+33/ 0,4% |
9.469 |
- |
2001 |
6.946 |
-243/ -3% |
9.248 |
-221/ -2% |
Άποψη της πόλης από το Κάστρο των Σαλώνων
Η πόλη έχει πολλά κληροδοτήματα από ευεργέτες που άφησαν την περιουσία τους για διάφορους κοινωφελείς σκοπούς (Μαρκίδης, Γιαγτζής, Σταλλός, Μαχαιράς κλπ). Στην πόλη λειτουργούν Αρχαιολογικό Μουσείο, Λαογραφικό Μουσείο, Δημοτική Βιβλιοθήκη, Δημοτικό Ωδείο, Εικαστικό εργαστήρι, Παιδική Βιβλιοθήκη, Πολιτιστικοί Σύλλογοι και Δημοτική Φιλαρμονική και Χορωδία με μεγάλη παράδοση. Επίσης, υπάρχει Ενιαίο Λύκειο, δύο Γυμνάσια,κατά τα οποία το ένα είναι μουσικό Γυμνάσιο, Εσπερινό Γυμνάσιο, Δημοτικά σχολεία, Νηπιαγωγεία, Βρεφονηπιακοί σταθμοί, Νοσηλευτική Σχολή, Επαγγελματικό Λύκειο, ΙΕΚ, Εργαστηριακό Κέντρο (ΕΚ), ΣΕΚ και τμήμα - παράρτημα του ΤΕΙ Λαμίας με αντικείμενο «εμπόριο και διαφήμιση». Η Άμφισσα είναι έδρα όλων των Δημόσιων Υπηρεσιών, διαθέτει σύγχρονο Κρατικό Νοσοκομείο, Πνευματικό Κέντρο, Πρωτοδικείο, Πρεβαντόριο Κρατουμένων ενώ στεγάζει το ΚΤΕΛ του νομού Φωκίδας.
Η πάνω πλατεία (Κεχαγιά) της πόλης ήταν το πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο της Φωκίδας, ενώ η κάτω πλατεία ή πλατεία Ησαΐα, από τον ομώνυμο επίσκοπο και εθνικό ήρωα, είναι το ουσιαστικό κέντρο της πόλης, όπου βρίσκεται το Πνευματικό Κέντρο, ενώ συγκεντρώνει επίσης πλήθος καταστημάτων. Ακόμα η Άμφισσα διαθέτει δύο ξενοδοχεία και πολλές παραδοσιακές ταβέρνες.
Άποψη της Άμφισσας σε επιστολικό δελτάριο του 1918
Εντυπωσιακή παρουσία, στο χρονικό του "Στοιχειού"
Κατά τις Απόκριες πραγματοποιούνται στην πόλη λαϊκά δρώμενα, τα οποία σχετίζονται με θρύλους των βυρσοδεψών. Την τελευταία Κυριακή της αποκριάς πραγματοποιείται το "Καρναβάλι της Άμφισσας", με παρέλαση αρμάτων και το κάψιμο του καρνάβαλου στην πλατεία, που καταλήγει σε λαϊκό γλέντι με χορούς και τραγούδια αφού προσφέρονται ελιές και άφθονο κρασί. Το προηγούμενο βράδυ, γιορτάζεται η νύχτα των στοιχειών της Χάρμαινας, με τα στοιχειά (ξωτικά, νεράιδες, ξυλένιοι, αχυρένιοι, αράπηδες κ.α.) να κατεβαίνουν μέσα στις μαύρες φορεσιές τους σέρνοντας βαριές αλυσίδες και κρατώντας αναμμένες δάδες, και να περιηγούνται στους δρόμους, βυθίζοντας την πόλη σε μια μυστηριακή και υποβλητική ατμόσφαιρα, σε μια δραματική αναπαράσταση που ζωντανεύει τους θρύλους για τα "στοιχειά" που στην περιοχή είχαν πάντα μεγάλη διάδοση. Το σπουδαιότερο στοιχειό που είναι συνδεδεμένο με την παράδοση της περιοχής είναι το στοιχειό της Χάρμαινας, το οποίο ξυπνάει κάθε χρόνο τέτοια μέρα, ξεκινάει από την συνοικία Χάρμαινα όπου βρίσκονται τα παλιά ταμπάκικα, και με συνοδεία εκατοντάδων μεταμφιεσμένων φτάνει στο κέντρο της Άμφισσας όπου συναντά και αναμετράται με τα δύο άλλα μεγάλα στοιχειά της πόλης, αυτά της Τέχολης και του Γκιριζιού, ενώ σε διάφορα σημεία της πόλης μέσα σε μεγάλα καζάνια βράζει ο πατσάς που σερβίρεται στους επισκέπτες με την συνοδεία άφθονου ντόπιου κρασιού. Επίσης στην διάρκεια των αποκριών οργανώνεται κυνήγι κρυμμένου θησαυρού με χορό και παντομίμα όπου παίρνουν μέρος πολλές ομάδες παιδιών με έντονο ανταγωνισμό και πολύ κέφι.
Στις 10 Απριλίου γιορτάζεται πανηγυρικά η επέτειος της άλωσης του Κάστρου των Σαλώνων, με παρέλαση μαθητών, στρατού και σωμάτων ασφαλείας. Επειδή, αρκετές φορές, οι 10 Απριλίου τυχαίνει να πέφτουν μέσα στο Πάσχα, οι εκδηλώσεις για την άλωση του κάστρου, συνηθίζεται να γίνονται την Κυριακή του Θωμά, ακόμα και αν δεν συμβαίνει η παραπάνω προϋπόθεση.
Το Πάσχα γιορτάζεται με γνήσιο ρουμελιώτικο τρόπο στην Άμφισσα και στα γύρω χωριά, ψήνοντας αρνιά στους δρόμους με συνοδεία λαϊκών οργάνων και κεράσματα στους περαστικούς.
Επίσης διοργανώνονται τα "Φωκικά" κάθε Αύγουστο, από το 1954, τα οποία περιλαμβάνουν πολλές εκδηλώσεις: συναυλίες, θέατρο και εικαστικά, συγκεντρώνοντας κάθε χρόνο πολύ κόσμο από την ευρύτερη περιοχή.
Κάθε δύο χρόνια, το φθινόπωρο, υπάρχει η "Γιορτή της Ελιάς", η οποία περιλαμβάνει έκθεση των τοπικών μονάδων επεξεργασίας και μεταποίησης ελιάς καθώς και πλήθος πολιτιστικών εκδηλώσεων.
Προτομή του Αλέξανδρου Δελμούζου στην Άμφισσα
Η πόλη γέννησε επίσης μεγάλους διανοούμενους και πολιτικούς όπως ο Αλέξανδρος Δελμούζος ο οποίος ξεχώρισε ως παιδαγωγός, ο Γιαγτζής ο οποίος εξελίχθηκε σε μεγάλο οικονομικό παράγοντα και ευεργέτησε την πόλη, ο ακαδημαϊκός Χρήστος Καρούζος, ενώ ο Σπύρος Παπαλουκάς άφησε πολύτιμο έργο στην Άμφισσα.